- στεφανιαία αγγεία
- (Ανατ.). Λέγονται έτσι ορισμένες φλέβες και αρτηρίες των οποίων η διάταξη μοιάζει με στεφάνι. Ο όρος σ. χρησιμοποιείται και για τον χαρακτηρισμό μιας ημικυκλικής εγκάρσιας ραφής του κρανίου, με την οποία συναρμόζεται το μετωπιαίο οστό με τα δυο βρεγματικά οστά (σ. ραφή). Σ. λέγονται εξάλλου και τρεις φλέβες της καρδιάς (δεξιά, αριστερή και μέση), που καταλήγουν σε ένα βραχύ στέλεχος, τον σ. κόλπο, ο οποίος εκβάλλει στο δεξιό κόλπο της καρδιάς. Τέλος, σ. χαρακτηρίζονται και δυο αρτηρίες των τοιχωμάτων της καρδιάς. Η δεξιά, η οποία προέρχεται από τον δεξιό μηνοειδή κόλπο της αορτής και η αριστερή, η οποία προέρχεται από τον αριστερό μηνοειδή κόπο της. Ο δυο σ. αρτηρίες διανέμονται στα αντίστοιχα μέρη των καρδιακών τοιχωμάτων, αποσχίζονται σε τελικούς κλάδους και αποτελούν το αρτηριακό σύστημα καρδιάς.
Dictionary of Greek. 2013.